Page 95 - GRAMMAIRE JE COMPARE! (A1-A2) LIVRE DE L ELEVE TOTAL
P. 95
POUVOIR, VOULOIR 24
Je peux sortir ?
Μπορώ να βγω;
Pouvoir
Το ρήμα pouvoir είναι στα Γαλλικά ένα verbe modal (modal
verb στα Αγγλικά: can, may…), όπως τα ρήματα vouloir
(θέλω), devoir (οφείλω, πρέπει)…
Το pouvoir είναι ανώμαλο ρήμα, με τρία bases
στον ενεστώτα peu- [pE] (στα τρία πρόσωπα του ενικού),
pouv- [pUv] (α΄ και β΄ πρόσωπο του πληθυντικού) και
peuv- [pFv] (γ΄ πρόσωπο του πληθυντικού).
Pouvoir [pUvwaR] 24
Écrit Oral
Pouvoir [pUvwaR]
Je peu-x [jepE]
Tu peu-x [tupE]
Il/Elle peu-t [il/èlpE]
Nous pouv-ons [nUpUvI]
Vous pouv-ez [vUpUvé]
Ils/Elles peuv-ent [il/èlpFv]
Το pouvoir συντάσσεται με απαρέμφατο στα Γαλλικά:
Tu peux faire ça pour moi ? Μπορείς να το κάνεις αυτό για μένα;
Προσοχή!
Τα ρήματα που συντάσσονται με απαρέμφατο στα Γαλλικά, στα Ελληνικά συντάσσονται
με δευτερεύουσα πρόταση με να + υποτακτική:
Τρυκ! Je peux venir maintenant. Μπορώ να έρθω τώρα.
Όταν στα Ελληνικά το υποκείμενο του ρήματος της κύριας πρότασης είναι το ίδιο με αυτό
της δευτερεύουσας (ταυτοπροσωπία), στα Γαλλικά, το δεύτερο ρήμα μπαίνει στο απαρέμφατο.
Στα Ελληνικά, ανάμεσα στα δύο ρήματα χρησιμοποιούμε το να, αλλά στα Γαλλικά δε
χρησιμοποιούμε τίποτα:
Je veux X parler. Θέλω να μιλήσω.
To pouvoir σημαίνει γενικά μπορώ. Περιγράφει τη φυσική και πνευματική ικανότητα, την πιθανότητα...:
Elle peut courir vite. Μπορεί να τρέξει γρήγορα.
Tout peut arriver, non ? Όλα μπορούν να συμβούν, έτσι δεν είναι;
Το pouvoir χρησιμοποιείται στον conditionnel προκειμένου να μετριάσει την ένταση σε μια φράση,
όταν ζητάμε κάποια πληροφορία ή όταν ζητάμε ή προτρέπουμε να γίνει κάτι ( 6):
Tu pourrais faire plus attention ! Θα μπορούσες να προσέχεις περισσότερο!
93